Άρχισε να σουρουπώνει έξω και ο ουρανός ξεπρόβαλε μπροστά μου με τα ζεστά χρώματα του. Περπατούσα στον διάδρομο του αεροδρομίου, μέχρι που βρήκα μια θέση και έκατσα ακριβώς απέναντι από ένα κορίτσι. Ήταν ένα παράξενο κορίτσι, χλωμό, με κατάμαυρα μαλλιά. Τα μάτια της ήταν υγρά, κοκκινισμένα και κοιτούσαν καρφωμένα το έδαφος. Όλα πάνω της φώναζαν απόγνωση και από το λευκό της δέρμα καταλάβαινε κανείς πως είχε ξεχάσει να ζει. Την ρώτησα πως την λένε και μου είπε Κατάθλιψη. Τι περίεργο όνομα λέω, πως γίνεται να σε λένε έτσι; Γίνεσαι έτσι, μου είπε. Ξεκινάς με το όνομα που σου έδωσαν, με τα θέλω που σου επέβαλλαν και αφού δεν μπορείς να τα υποστηρίξεις, αλλάζεις και λέγεσαι Κατάθλιψη πλέον. Δεν μπορείς πια να υποστηρίξεις αυτά που οι άλλοι προσδοκούσαν από εσένα. Δεν ακολούθησες τα πρέπει τους άρα δεν σου ανήκει το όνομα σου πια. Αρχίζεις και παίρνεις εκείνη τη μορφή, που ξαγρυπνά το βράδυ και ουρλιάζει μέσα στην εκκωφαντική ησυχία της νύχτας. Γίνεσαι ένα με το χ...
Όλα όσα μας ενοχλούν στους άλλους, μπορούν να μας οδηγήσουν στην κατανόηση του εαυτού μας.