Έκανε κρύο εκείνο το πρωινό που άλλοι αποφάσισαν να φύγω από τον τόπο που μεγάλωσα. Δεν είχα επιλογή, ήμουν μικρή, δεν ήξερα τι θα πει διωγμός. Δεν ήξερα πως οι οικογένειες μπορούν να ξεριζωθούν. Δεν φανταζόμουν ότι όσα είχαμε δεν ήταν σίγουρο ότι θα τα ξανά έχουμε.
Πόσο θα έπαιρνε άραγε να ετοιμάσουν τα πράγματα οι γονείς μου, προλαβαίνω να βγω έξω σε εκείνη την αυλή που τόσα παιχνίδια είχα κάνει. Να δω για τελευταία φορά εκείνα τα ψηλά, καταπράσινα, χιονισμένα δέντρα. Όσο τα κοίταζα τόσο υποκλινόμουν σε εκείνη την απίστευτη, φυσική τους ομορφιά. Αυτή θα ήταν και η τελευταία μου εικόνα από την χώρα που άφηνα.
Όσα είδα για πρώτη φορά, όσα ένιωσα, όσα έκανα τα αφήνω χωρίς την θέληση μου. Άραγε ποιος ρωτάει ένα παιδί για το μέλλον του. Τόσες φορές τους είχα μιλήσει, ένιωθα ότι με προστατεύουν έτσι ψηλά και μεγάλα που είναι. Άκουγα που και που το θρόισμα τους και το έπαιρνα σαν απάντηση στις μικρές μου απορίες.
Πέρασαν πια χρόνια από τότε και ενώ νόμιζα θα βρω ανθρώπους να μου λύσουν τις απορίες μου, τελικά μου τις έκαναν πιο έντονες. Απορίες όπως, πως γίνεται να αγαπάς κάποιον ενώ σου κάνει κακό, πως γίνεται να αγαπάς τα ψέματα του και να εθίζεσαι σε μια μυρωδιά ενός σώματος που καταλήγεις να ψάχνεις, όταν ένα πρωινό σε έχει εγκαταλείψει. Πως γίνεται να προσπαθείς πιο πολύ από τον ίδιο για να γίνει καλύτερος και δεν βλέπεις την δική σου φθίνουσα πορεία.
Κάθε φορά που βγαίνω έξω κοιτάω ψηλά τις κορυφές των δέντρων και αναρωτιέμαι...άραγε εκεί να κατοικούν τα όνειρα μου ή εκεί άφησα τις τοξικές συμπεριφορές που άφησα στην ζωή μου?
Θα κρατήσω αυτή την ανάμνηση, αυτήν την εικόνα που έντονα ριζώθηκε μέσα μου, για να συνεχίσω, και να αγαπώ όσους άνθισαν την καρδιά και το μυαλό μου. Εκείνα τα ψηλά δέντρα έμειναν πίσω αλλά εγώ πάντα θα θυμάμαι εκείνο το θρόισμα. Ζει μέσα μας ότι του δίνουμε αξία.
Ας είναι οι αναμνήσεις πια όμορφες και πολύχρωμες κι ας γνώρισα πολλούς κάκτους που τρύπησαν την καρδιά μου.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου