Ξεκίνησα να περπατώ αργά τη νύχτα γύρω από το σπίτι μου. Όλα μοιάζουν τόσο διαφορετικά όταν απουσιάζει το φως της ημέρας. Ξεκίνησα με αργά βήματα και άρχισα να παρατηρώ τα κτίρια, μια ζωή τα βλέπω και όμως μου είναι τόσο άγνωστα. Σκέφτηκα πως άγνωστος είναι και εκείνος που τόσο πολύ αγάπησα. Έπιασα τον εαυτό μου να πηγαίνει πιο γρήγορα με αυτή την σκέψη. Άρχισα να φέρνω εικόνες στο μυαλό μου και μέσα μου ούρλιαζα από τον πόνο. Δεν μπορώ να πιστέψω πως δύο ψυχές που τόσο αγαπήθηκαν, που τόσο δέθηκαν τώρα είναι άγνωστες.
Ήταν εκείνος ο κρύος Δεκέμβρης που σε γνώρισα και ο χρόνος πάγωσε. Δεν είχα πριν ή μετά, μόνο το τώρα στα μάτια σου. Η καρδιά μου χόρευε σε ξέφρενους ρυθμούς σε σημείο που νόμιζα θα σπάσει. Αλλά και να έσπαγε θα είχε ένα σκοπό, τα μάτια σου. Χωρίς αμφιβολία θα έδινα ότι μου ζητούσες, αφού το να δίνω είναι η φύση μου. Να δίνω χωρίς να περιμένω τίποτα, γιατί έτσι έμαθα αν αγαπάς δεν ζητάς. Γίνεσαι η αγκαλιά που κλείνει μέσα της τα αγκάθια και τα κάνει να ανθίζουν.
Νόμιζα πως ήξερα που βρίσκεσαι, τι σκέφτεσαι, τι θα έκανες, πως θα μιλούσες, Τα ήξερα γιατί έχασα εμένα με το να σε παρατηρώ. Συνήθισα να σε παρατηρώ σε όλα και σταμάτησα να βλέπω ποιος είσαι. Η εμπιστοσύνη μου έλεγε η γιαγιά μου κερδίζεται. Δεν ήξερα τι σήμαινε αυτό, γιατί την χάριζα απλόχερα σε αρπακτικά, που ήθελαν να κατασπαράξουν το καλό για να κρυφτεί η εσωτερική τους ασχήμια. Δεν είδα ότι αυτός που παίζει με την φωτιά και δεν καίγεται, προφανώς είναι πολύ παγωμένος. Όταν πας να ζεστάνεις τέτοιες ψυχές διαλύεσαι. Το χιόνι όταν το ακουμπάς μετά εξαφανίζεται, χάνεται από τα μάτια σου κι ας ορκίζεσαι πως το είδες.
Η πόλη μου φαίνεται έρημη, όπως η ζωή μου. Κατάλαβα πως με την αγάπη πατάς σταθερά στη γη και δεν ανησυχείς για την φωτιά της. Είναι εκεί για να σε ζεστάνει όχι να σε κάψει. Με τον έρωτας πετάς στα σύννεφα, χαίρεσαι που είσαι εκεί ψηλά, αλλά την πτώση δεν την σκέφτεσαι, πόσο απότομη μπορεί να είναι. Πόσο θα σε πονέσει και τι σημάδια θα σου αφήσει. Όπως περπατάω βλέπω ένα χαρτί κάτω, το σηκώνω και αρχίζω να διαβάζω κάτω από το φως μιας λάμπας το εξής:
Όταν σου ζητώ να μ ακούσεις και συ αρχίζεις να δίνεις συμβουλές δεν έκανες αυτό που σου ζήτησα. Όταν σου ζητώ να μ ακούσεις και συ αρχίζεις να μου λες γιατί, δεν νιώθω και τόσο ωραία, ποδοπατείς τα αισθήματά μου. Όταν σου ζητώ να μ ακούσεις και νιώθεις ότι είσαι υποχρεωμένος να κάνεις κάτι για να λύσεις τα προβλήματα μου, δεν με κατάλαβες, όσο κι αν φαίνεται παράξενο. Ίσως γι αυτό η προσευχή αποδίδει σε μερικούς ανθρώπους. Επειδή ο Θεός είναι άλαλος και δεν προσφέρει συμβουλές, ακούει και εμπιστεύεται εσένα να τα βγάλεις πέρα για τον εαυτό σου. Γι αυτό, σε παρακαλώ, πρόσεξε με και άκουσε με. Κι αν θέλεις να μιλήσεις, περίμενε μια στιγμή θα ρθει η σειρά σου και σου υπόσχομαι να σ ακούσω κι εγώ προσεκτικά (Ανώνυμος).
Υπάρχουν κι άλλοι μόνοι τελικά σκέφτηκα. Κάποιοι είναι εκεί καθαροί και έτοιμοι να κολυμπήσουν στα νερά της αγάπης. Άλλοι περιμένουν τα νερά αυτά, για να ξεπλυθούν από την βρώμα της ψυχής τους. Φτάνω στο σπίτι λίγο πριν μπω οι πρώτες σταγόνες κάνουν την εμφάνιση τους.
Έμεινα λίγο ακίνητη να ξεπλύνω ότι έμεινε από την χωματένια του ψυχή, πήρα μια ανάσα και μπήκα στην ασφάλεια μου, το σπίτι μου...
Είμαστε όλοι μας άγγελοι μόνο με ένα φτερό. Μπορούμε να πετάξουμε μόνο αν αγκαλιάσουμε ο ένας τον άλλον (Luciano De Crescenzo).
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου